Του Δημοσθένη Συρμή
Πρόσφατα διάβασα ένα πολύ ενδιαφέρον
βιβλίο! Είναι το βιβλίο που έγραψε ο Πέτρος Βλάχος πρώην προϊστάμενος του
ιστορικού αρχείου Ιθάκης.
Το
βιβλίο έχει τίτλο «Ο τέκτονας Τζιοβάννι Σολαίρ στην Ιθάκη του 1837» και περιγράφει τη ζωή και την περιπέτεια του γνωστού
Σολαίρη στην Ιθάκη του προπερασμένου αιώνα. Ολόκληρο το βιβλίο είναι βασισμένο
σε κείμενα και ντοκουμέντα που υπάρχουν στο ιστορικό αρχείο.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΒΛΑΧΟΥ |
Πιστεύω
πως κάθε Θιακός πρέπει να το διαβάσει. Γιατί πέρα από την εικόνα, που τόσο
γλαφυρά δίνεται από το συγγραφέα, της τοτινής Ιθάκης, θα ανακαλύψει ότι δεν
είναι η κατάρα του Σολαίρη που φταίει για την κακοδαιμονία μας (άλλωστε δεν
είναι σίγουρο αν υπήρξε τέτοια κατάρα) αλλά η αμάθεια σε συνδυασμό με κάποιες
ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα μας. Θα καταλάβει, ίσως, τα βαθύτερα στοιχεία που
συνθέτουν τον ρου της Ιθακησιακής κοινωνίας, όχι μόνο του τότε, αλλά , προσθέτω
εγώ, και του σήμερα.
Ο Γάλλος
Τζιοβάννι Σολαίρ, περιπετειώδης τύπος, μεσαίας οικονομικής επιφάνειας, κατέληξε
στην Ιθάκη διδάσκοντας Ιταλικά. Τέκτονας ο ίδιος, θέλοντας να ακολουθήσει τα
χνάρια της πολιτισμένης Ευρώπης ίδρυσε τεκτονική στοά σε μια προσπάθεια να
προσαρμόσει την Ιθάκη στο πνεύμα των καιρών. Τότε ο τεκτονισμός μεσουρανούσε
στην Ευρώπη, όλα τα Ιόνια νησιά είχαν στοές που έπαιζαν σημαντικότατο ρόλο στο
γίγνεσθαι της εποχής, δεν μπορούσε η Ιθάκη να μείνει έξω.
Έτσι σκέφτονταν ο Σολαίρ και ξεσήκωσε τη πολυσυλλεκτική
και συντηρητική κοινωνία της Ιθάκης. Το κυριότερο όμως που διαφαίνεται στην
ιστορία του, είναι ο φθόνος και το μίσος που προκάλεσε. Οι Ιθακήσιοι προσπάθησαν
να τον διώξουν και να κλείσουν τη στοά. Στο τέλος σκότωσαν τη γυναίκα του και
το παιδί του και ενοχοποίησαν αυτόν για δολοφόνο..
Περίμενε
κανείς η ιστορία του Σολαίρη, μια ιστορία συγκεχυμένη στα ακούσματα των Θιακών,
μια ιστορία μεταξύ μύθου και πραγματικότητας να είχε τελειώσει εκείνη την
εποχή.
Δυστυχώς όμως επαναλαμβάνεται κάθε τόσο! Όχι
με φόνους πια, αλλά με ύβρεις συκοφαντίες συνομωσίες και ότι άλλο βάζει ο νους
του ανθρώπου, ενάντια στους νεωτεριστές. Βοηθάει σ’ αυτό και ο τοίχος της
ανωνυμίας των σύγχρονων ηλεκτρονικών μέσων.
Έτσι
μαύρη διαγράφεται η μοίρα αυτών που διανοούνται να ταράξουν τα νερά στο Θιάκι. Όσοι
προσπάθησαν να κάνουν κάτι για να βελτιώσουν αυτό τον τόπο, όσοι διανοήθηκαν να
σκεφθούν την προκοπή του νησιού, προπηλακίσθηκαν και εξοβελίστηκαν ωσάν νέοι
Σολαίρηδες, ιδιαίτερα όταν αυτοί ήταν αουτσάιντερς.
Δυστυχώς
ένα από τα χαρακτηριστικά μας είναι να βλέπουμε
μόνο τη δυσάρεστη και την αδύνατη πλευρά κάθε πράγματος: Το τι δε γίνεται! και, ικανοποιημένοι με την απαισιόδοξη γνώμη μας,
κατηγορούμε κάθε άνθρωπο που έχει δράση και προσπαθεί να κάνει κάτι τι.
Αυτό
βέβαια είναι ένα γενικότερο φαινόμενο στον Ελλαδικό χώρο, όμως εδώ στο Θιάκι
φτάνει στο κρεσέντο του.
Όλοι
αισθανόμαστε κομπλεξικά απέναντι σ’ αυτό που μας ξεπερνάει όμως ειδικά εδώ, είναι
απίστευτος ο φθόνος που γεννιέται από τις επιτυχίες των άλλων.
Αναρωτιόμουνα
για ποιο λόγο προκαλούμε έχθρα και μίσος, τι κακό έχουμε κάνει και μετά σκέφθηκα
τι είχε πει ο Νομπελίστας συγγραφέας και
φιλόσοφος Albert
Camus: « Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η
ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ’ αυτό
που σε συνθλίβει.»
Βλέπεις
τη συμπάθεια, σου την προσφέρουν και μάλιστα χωρίς αντάλλαγμα, ενώ το φθόνο
πρέπει να τον κερδίσεις.
Ο ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΣΤΟΑΣ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ |
Έτσι
λοιπόν πράγματι, κερδίσαμε πολύ, μα πολύ φθόνο. Γιατί φτιάξαμε αυτά που χρόνια
αμέτρητα αυτοί δεν μπόρεσαν να φτιάξουν. Γιατί απλά πετύχαμε!
1. Κατασκευάσαμε
πλατεία και αναπλάσαμε την Πηγή του καλάμου που όλα αυτά τα χρόνια, είχε
καταντήσει …ουρητήριο.
2. Στήσαμε
καλαίσθητη κρήνη στις Λίμνες για να ξεδιψάει ο περαστικός ντόπιος ή ξένος.
3. Καθιερώσαμε στις Λίμνες, πέρα από το
συνηθισμένο πανηγύρι, εκδηλώσεις που αποπνέουν πολιτισμό και γνώσεις.
4. Φωτίσαμε
το λαϊκό υπαίθριο μουσείο “Στάθη Ραυτόπουλου” και το καταστήσαμε τουριστικό
πόλο έλξης.
5. Κατασκευάσαμε
σκίαστρο και καθιστικό στην πλαζ Αφάλες.
6. Αναπλάσαμε
το χώρο μπροστά από την εκκλησία των Αγ. Σαράντα με λιθόστρωτο.
7. Κατασκευάσαμε
την πλατεία – πάρκο, «Νίκου Δευτεραίου» στη Κολιερή με πολύ κόπο, αντιξοότητες
και μέσα από τις αντιδράσεις των μικρο-
συμφεροντολόγων. Η πλατεία έγινε με την ευγενική χορηγία ενός ανθρώπου που παρ’
όλο που δεν γεννήθηκε σε τούτο τον τόπο, μέσα από τα ακούσματα των γονιών του,
αγάπησε το Θιάκι περισσότερο απ’ αυτούς που γεννήθηκαν και έζησαν εδώ. Αυτός
είναι ο κ. Μιχάλης Δευτεραίος από τη Νότιο Αφρική.
8. Τέλος,
με δική μας πρωτοβουλία, μαζεύοντας χρήματα από δεξιά και αριστερά, αλλά και με
τη βοήθεια του Ομίλου Φρικών, ανακατασκευάσαμε τον προβλήτα ερασιτεχνικών
σκαφών καθώς και την παιδική χαρά στις Φρίκες που είχαν καταστραφεί ολοσχερώς
από την κακοκαιρία.
Και
αυτά σε ελάχιστο χρονικό διάστημα! Πως λοιπόν να μη κερδίσουμε το φθόνο;
Όμως
«Κρέσσων γαρ οικτιρμού φθόνος».
Τίποτε
από αυτά που προκαλεί ο αμέτρητος φθόνος δεν μας στενοχωρεί. Οι ύβρεις οι
συκοφαντίες οι προπηλακισμοί που δεχθήκαμε απλά μας θύμισαν την εποχή του Σολαίρη.
Θα’ λεγε κανείς πως φτάσαμε να περιμένουμε την επόμενη φάση… τη δολοφονία
μας!!
Και
όμως ούτε μας απασχόλησαν ούτε μας άγγιξαν! Δεν μπήκαμε καν στον κόπο να
μηνύσουμε τους Μπλογκάρχες που φιλοξένησαν τα ανώνυμα λιβελογραφήματα και τούτο
γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το θερμόμετρο της επιτυχίας είναι ο φθόνος των
ανίκανων.
Αυτοί
θα βράζουν στο ζουμί τους και όπως λέει ο κυνικός Αντισθένης «Ώσπερ υπό του ιού
τον σίδηρον, ούτω τους φθονερούς υπό του ιδίου ήθους κατεσθίεσθαι.»
Ωστόσο
υπάρχουν και όρια!
Αγαπάμε
τούτο τον τόπο και γι’ αυτό και μόνο γι’ αυτό, επιλέξαμε το γυρισμό μετά από
τόσα και τόσα άστεα που γνωρίσαμε.
Είπαμε,
όπως τόσοι άλλοι, να διαθέσουμε τη γνώση για να πάμε λίγο μπροστά τον τόπο. Όμως
ο τόπος δεν θέλει αυτή τη γνώση. Την αρνείται πεισματικά. Και εμείς αποσυρόμαστε
με θλίψη! Και λέμε είναι κρίμα! Τόσοι και τόσοι δικοί μας διαπρέπουν αλλού!
Γιατί
να μη διαπρέπει και τούτος ο τόπος; Γιατί να μένει πίσω από τις εξελίξεις; Γιατί
τόση ιστορία να πηγαίνει χαμένη! Γιατί τόσες υπέροχες ακτές και θάλασσες να μην
αφήνουν έσοδα; Πότε άραγε θα ξεφύγουμε από τη μιζέρια μας;
Μήπως
πράγματι ο Σολέρης καταράστηκε τον τόπο;